Μετάβαση στο περιεχόμενο

ραδιονουκλίδιο

Από Βικιλεξικό
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ραδιονουκλίδιο τα ραδιονουκλίδια
      γενική του ραδιονουκλίδιου
& ραδιονουκλιδίου
των ραδιονουκλίδιων
& ραδιονουκλιδίων
    αιτιατική το ραδιονουκλίδιο τα ραδιονουκλίδια
     κλητική ραδιονουκλίδιο ραδιονουκλίδια
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι.
Κατηγορία όπως «βούτυρο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ραδιονουκλίδιο < ραδιο- + νουκλίδιο, λόγιο δάνειο από την αγγλική radionuclide

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ɾa.ði.o.nuˈkli.ði.o/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ραδιονουκλίδιο

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ραδιονουκλίδιο ουδέτερο

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]