ραδιούχος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ραδιούχος η ραδιούχα το ραδιούχο
      γενική του ραδιούχου της ραδιούχας του ραδιούχου
    αιτιατική τον ραδιούχο τη ραδιούχα το ραδιούχο
     κλητική ραδιούχε ραδιούχα ραδιούχο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ραδιούχοι οι ραδιούχες τα ραδιούχα
      γενική των ραδιούχων των ραδιούχων των ραδιούχων
    αιτιατική τους ραδιούχους τις ραδιούχες τα ραδιούχα
     κλητική ραδιούχοι ραδιούχες ραδιούχα
ομάδα 'ωραίος', Κατηγορία όπως «ωραίος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ραδιούχος < ράδιο + -ούχος

Επίθετο[επεξεργασία]

ραδιούχος, -α, -ο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]