ραντάρ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ραντάρ ουδέτερο άκλιτο
- συσκευή που εντοπίζει στον χώρο αντικείμενα με την χρήση ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- ραντάρ στη Βικιπαίδεια