ραπέλ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ραπέλ ουδέτερο άκλιτο
- η καταρρίχηση, το κατέβασμα με σκοινί σε βραχώδεις περιοχές
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
→ δείτε τη λέξη καταρρίχηση