ραφινάρω
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Ρήμα
[επεξεργασία]ραφινάρω (παθητική φωνή: ραφινάρομαι)
Συγγενικά
[επεξεργασία]- ραφιναρία
- ραφινάρισμα
- ραφιναρισμένα
- ραφιναρισμένος
- ραφινάτος
- ραφινέ
- → δείτε τη λέξη φίνις
Μεταφράσεις
[επεξεργασία]
Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ ραφινάρω - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- 1 2 ραφινάρω - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)