ραφτάκι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | ραφτάκι | τα | ραφτάκια |
γενική | — | — | ||
αιτιατική | το | ραφτάκι | τα | ραφτάκια |
κλητική | ραφτάκι | ραφτάκια | ||
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ραφτάκι < ράφτης + υποκοριστικό επίθημα -άκι
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ραφτάκι ουδέτερο
- υποκοριστικό του ράφτης
- Εγνώριζον πως όταν ερωτευθή καμία βασιλοπούλα με το ραφτάκι της, δεν χορατεύει· μόνον ερωτεύεται εις τα γερά· και αρρωστά· και πέφτει στο κρεββάτι· και γίνεται του θανατά· και κανείς ιατρός δεν ημπορεί να την ιατρεύση, καμία μάγισσα να την φέρει στα καλά της. ― Ως που φωνάζει επί τέλους τον πατέρα της η βασιλοπούλα και του το λέγει παστρικά παστρικά: «Πατεράκι μου, ή το ραφτόπουλο, που τραγουδά τόσον εύμορφα, ή θα πεθάνω!» (Γεώργιος Βιζυηνός, Το μόνον της ζωής του ταξείδιον)
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ραφτάκι
|
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'παιδάκι' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά χωρίς γενική ενικού (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά χωρίς γενική πληθυντικού (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με υποκοριστικό επίθημα -άκι (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)