ρεβέρσα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ρεβέρσα < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ο παίκτης με το 12 σουτάρει με ρεβέρσα(1)

ρεβέρσα θηλυκό

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]