ρεπροντιξιόν

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ρεπροντιξιόν < (λόγιο δάνειο) γαλλική reproduction[1]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ρεπροντιξιόν θηλυκό άκλιτο

  1. τυπογραφική αναπαραγωγή ζωγραφικού πίνακα
    το φοιτητικό δωμάτιο ήταν διακοσμημένο με μερικές ρεπροντιξιόν έργων του Βαν Γκογκ

Μεταφράσεις[επεξεργασία]