ρετσινώνω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ρετσινώνω < ρετσίνι + -ώνω

Ρήμα[επεξεργασία]

ρετσινώνω

Κλίση[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]