ρηματική φράση

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]

  • phrasal verb της αγγλικής (κυρίως μα όχι μόνο) γλώσσας, ρηματικός τύπος της αγγλικής με επίρρημα παρακείμενο (δίπλα από) του ρήματος