ριζοφυΐα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ριζοφυΐα οι ριζοφυΐες
      γενική της ριζοφυΐας των ριζοφυϊών
    αιτιατική τη ριζοφυΐα τις ριζοφυΐες
     κλητική ριζοφυΐα ριζοφυΐες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ριζοφυΐα < ελληνιστική κοινή ῥιζοφυ(ής) + ία [1]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ɾi.zo.fiˈi.a/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ρι‐ζο‐φυ‐ΐ‐α

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ριζοφυΐα θηλυκό

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.  (Αʹ έκδοση: 1998)

Πηγές[επεξεργασία]

  • Καμπανάς, Ηλίας Ιω. (1990) Μονοτονικό λεξικό της δημοτικής: ορθογραφικό, ερμηνευτικό, ετυμολογικό. Αθήνα: Οργανισμός Εκδόσεων Καμπανά.