ριντό

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ριντό < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ριντό ουδέτερο άκλιτο

  • η θεατρική αυλαία

Μεταφράσεις[επεξεργασία]