Μετάβαση στο περιεχόμενο

σέστο

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
σέστο < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

σέστο ουδέτερο

  • (κεφαλονίτικο ιδίωμα) καμώματα, χρησιμοποιείται συνήθως στον πληθυντικό:
    Τι σέστα είναι εφκιά = "τι καμώματα είναι αυτά".

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]