σαλάμβη
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- σαλάμβη < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
σαλάμβη θηλυκό
Συγγενικά[επεξεργασία]
- Σαλαμβάς (προσωνυμία της Αφροδίτης)
- Σαλαμβώ (προσωνυμία της Αφροδίτης)