σαλικυλαλδεΰδη
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- σαλικυλαλδεΰδη < αγγλική salicylaldehyde
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
σαλικυλαλδεΰδη θηλυκό
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
σαλικυλαλδεΰδη