σαξονικός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο σαξονικός η σαξονική το σαξονικό
      γενική του σαξονικού της σαξονικής του σαξονικού
    αιτιατική τον σαξονικό τη σαξονική το σαξονικό
     κλητική σαξονικέ σαξονική σαξονικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι σαξονικοί οι σαξονικές τα σαξονικά
      γενική των σαξονικών των σαξονικών των σαξονικών
    αιτιατική τους σαξονικούς τις σαξονικές τα σαξονικά
     κλητική σαξονικοί σαξονικές σαξονικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

σαξονικός < λείπει η ετυμολογία

Επίθετο[επεξεργασία]

σαξονικός, -ή, -ό

Σύνθετα[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]