σατίρι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: σάτιρα, σατιρικός

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το σατίρι τα σατίρια
      γενική του σατιριού των σατιριών
    αιτιατική το σατίρι τα σατίρια
     κλητική σατίρι σατίρια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

σατίρι < τουρκική satır < αραβική ساطور (sāt̤ūr)

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

σατίρι ουδέτερο

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]