σαχλαμάρας

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο σαχλαμάρας οι σαχλαμάρες
      γενική του σαχλαμάρα των σαχλαμαρών
    αιτιατική τον σαχλαμάρα τους σαχλαμάρες
     κλητική σαχλαμάρα σαχλαμάρες
Κατηγορία όπως «γαλαξίας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /sa.xlaˈma.ɾas/
τυπογραφικός συλλαβισμός: σα‐χλα‐μά‐ρας

Ετυμολογία 1[επεξεργασία]

σαχλαμάρας < σαχλαμάρ(α) + -ας[1]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

σαχλαμάρας αρσενικό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Ετυμολογία 2[επεξεργασία]

σαχλαμάρας: κλιτός τύπος

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]

σαχλαμάρας

Αναφορές[επεξεργασία]