σαϊτιά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η σαϊτιά οι σαϊτιές
      γενική της σαϊτιάς των σαϊτιών
    αιτιατική τη σαϊτιά τις σαϊτιές
     κλητική σαϊτιά σαϊτιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

σαϊτιά < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική σαϊτιά[1]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /sai.iˈtça/
τυπογραφικός συλλαβισμός: σα‐ϊ‐τιά

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

σαϊτιά θηλυκό

  • (λογοτεχνικό)
    1. η εκτόξευση της σαΐτας
    2. το χτύπημα, το πλήγμα, το τραύμα που προκλήθηκε από σαΐτα
      τα λόγια σου ήταν μια σαϊτιά στην καρδιά μου

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]



Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

σαϊτιά ή σαϊττιά, θηλυκό

Πηγές[επεξεργασία]