σιμετιδίνη

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η σιμετιδίνη οι σιμετιδίνες
      γενική της σιμετιδίνης των σιμετιδινών
    αιτιατική τη σιμετιδίνη τις σιμετιδίνες
     κλητική σιμετιδίνη σιμετιδίνες
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Η σιμετιδίνη (στερεομοριακός τύπος)

Ετυμολογία [επεξεργασία]

σιμετιδίνη < λατινική cimetidine κατά ΔΚΟ

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

σιμετιδίνη θηλυκό

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]