σινιορίνα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ελληνικά (el) [επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /si.ɲɔˈɾi.na/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
σινιορίνα θηλυκό
- (ιδιωματικό) (στα Επτάνησα) η δεσποινίς
[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη σινιόρ