σκίρων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

σκίρων < αρχαία ελληνική σκίρων

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

σκίρων αρσενικό

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Άνεμοι:

Μεταφράσεις[επεξεργασία]