σκατζιά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η σκατζιά οι σκατζιές
      γενική της σκατζιάς των σκατζιών
    αιτιατική τη σκατζιά τις σκατζιές
     κλητική σκατζιά σκατζιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
σκατζιά < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

σκατζιά θηλυκό

  • (κεφαλονίτικο ιδίωμα) πρόχειρη ραφιέρα από σανίδες

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]