σκουρόχρωμος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /skuˈɾo.xɾo.mos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : σκου‐ρό‐χρω‐μος
Επίθετο[επεξεργασία]
σκουρόχρωμος, -η, -ο
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
σκουρόχρωμος
|
[επεξεργασία]
- ↑ σκουρόχρωμος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής. (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη. Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.