σμηνίας

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο/η σμηνίας οι σμηνίες
      γενική του/της σμηνία των σμηνιών
    αιτιατική τον/τη σμηνία τους/τις σμηνίες
     κλητική σμηνία σμηνίες
Στη γενική ενικού για το θηλυκό, συχνά εκφέρεται τύπος σε -ας.
Για την αστάθεια τύπων της γενικής ενικού του θηλυκού,
δείτε τα σχόλια στο Παράρτημα: «ταμίας».
Κατηγορία όπως «ταμίας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

σμηνίας < σμήνος + -ίας

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

σμηνίας αρσενικό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]