σούπερμαν
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
σούπερμαν αρσενικό άκλιτο
- υπεράνθρωπος
- Σούπερμαν: ήρωας κόμικς και κινηματογραφικών ταινιών
σούπερμαν αρσενικό άκλιτο