σπεύδε βραδέως

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
σπεύδε βραδέως < → δείτε τις λέξεις σπεύδω και βραδύς • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Έκφραση

[επεξεργασία]

σπεύδε βραδέως

  • κάνε αυτό που πρέπει να κάνεις χωρίς καθυστέρηση αλλά και με προσοχή, χωρίς να είσαι τόσο βιαστικός που θα κάνεις κάτι λάθος εξαιτίας της βιασύνης σου

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]