σπολλάτη

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

σπολλάτη < μεσαιωνική ελληνική εἰς + πολλά + ἔτη

Επίρρημα[επεξεργασία]

σπολλάτη και σπολλάτι

  1. χρόνια πολλά, σαν ευχή
  2. (ειρωνικό) μπράβο σου!, συγχαρητήρια!

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

σπολλάτη και σπολλάτι ουδέτερο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]