σταθμάρχης

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο σταθμάρχης οι σταθμάρχες
      γενική του σταθμάρχη των σταθμαρχών
    αιτιατική τον σταθμάρχη τους σταθμάρχες
     κλητική σταθμάρχη σταθμάρχες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

σταθμάρχης < σταθμός + -άρχης

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /staθˈmar.çis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: σταθ‐μάρ‐χης

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

σταθμάρχης αρσενικό (θηλυκό: σταθμάρχαινα, σταθμαρχίνα)

  1. ο επικεφαλής ενός σταθμού (τρένων, λεωφορείων, χωροφυλακής κ.λπ.)
    ※  Ξυπνήσαμε πρωί. Σε λίγο κινήσαμε. / ―Συχώρα με, θεέ μου, είπε ο νονός και βγήκαμε και πήραμε το δρόμο κατά το Μπράλο, που ήταν ο σταθμός. Όταν φτάσαμε, ο νονός έπιασε κουβέντα με το σταθμάρχη. / ―Για να πάω στο μοναστήρι, πού θα σταματήσουμε; ―Στο Λιανοκλάδι. / ―Κοντά είναι, είπε ο νονός. Και δεν θα κοστίσει πολύ, ε; …Μια—δυο δεκάρες; / Ο σταθμάρχης γέλασε. / ―Βάλε ακόμα! είπε. / ―50 λεπτά; / ―Ακόμα! / ―Πάμε!… Πάμε!…, μου λέει. Να πέσει κανένας σε αμαρτία και να πληρώσει πάνω από 50, είναι πολύ. / Σε λίγο πρόσθεσε: / ―Μη θα κουραστεί ο σιδηρόδρομός σας που θα πάρει δυο ανθρώπους παραπάνω; Ίσα οι μεγάλοι, ίσα κι εμείς, φτωχοί άνθρωποι, να πληρώσουμε; Ωστόσο πλήρωσε και μας έδωσαν δυο χαρτάκια. Διάβασα «ΜπράλοςΛιανοκλάδιον.» (Ανδρέας Καρκαβίτσας, Το Θηρίο)
  2. ο επικεφαλής ενός τοπικού παραρτήματος της αμερικανικής υπηρεσίας πληροφοριών (CIA)
    ※  Γκάφα του Λευκού Οίκου: Αποκάλυψε την ταυτότητα σταθμάρχη της CIA. Ο Λευκός Οίκος ανακοίνωσε κατά λάθος το όνομα του επικεφαλής της CIA στο Αφγανιστάν. (…) Η λίστα με τα ονόματα 15 αξιωματούχων δόθηκε σε 6.000 άτομα, όπως αναφέρει το περιοδικό Time, με το όνομα του σταθμάρχη της CIA να συμπεριλαμβάνεται κανονικά στον κατάλογο. (*)

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]