σταριλίκι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | σταριλίκι | τα | σταριλίκια |
γενική | του | σταριλικιού | των | σταριλικιών |
αιτιατική | το | σταριλίκι | τα | σταριλίκια |
κλητική | σταριλίκι | σταριλίκια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
σταριλίκι ουδέτερο
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
σταριλίκι
|