Μετάβαση στο περιεχόμενο

σταυραδέρφι

Από Βικιλεξικό
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το σταυραδέρφι τα σταυραδέρφια
      γενική του σταυραδερφιού των σταυραδερφιών
    αιτιατική το σταυραδέρφι τα σταυραδέρφια
     κλητική σταυραδέρφι σταυραδέρφια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
σταυραδέρφι < σταυρ- + αδέλφι

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

σταυραδέρφι ουδέτερο

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]