σταφυλοκοκκικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- σταφυλοκοκκικός < σταφυλόκοκκος + -ικός
Επίθετο
[επεξεργασία]σταφυλοκοκκικός, -ή, -ό
- σχετικός με το μικρόβιο του σταφυλόκοκκου
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] σταφυλοκοκκικός