στενόμακρος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- στενόμακρος < στενός + μακρός
Επίθετο[επεξεργασία]
στενόμακρος