στερνικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
στερνικός
Συγγενικά[επεξεργασία]
- οπισθοστερνικός
- → δείτε τη λέξη στέρνο
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
στερνικός
|