Μετάβαση στο περιεχόμενο

στοιχηματίζω

Από Βικιλεξικό

Νέα ελληνικά (el)

[επεξεργασία]

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
στοιχηματίζω < λείπει η ετυμολογία

στοιχηματίζω


Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]