στοχαστικά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
στοχαστικά < στοχαστικός
Επίρρημα[επεξεργασία]
στοχαστικά
- με στοχαστικό τρόπο
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
στοχαστικά
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
στοχαστικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του στοχαστικό