στο τσακ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

στο τσακ < λείπει η ετυμολογία

Έκφραση[επεξεργασία]

στο τσακ

  1. μόλις (που), ίσα (που)
    στο τσακ πρόλαβα το λεωφορείο, λίγο ακόμα και θα περίμενα μία ώρα για το επόμενο

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]