συλληφθέν
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος μετοχής[επεξεργασία]
συλληφθέν
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, ουδέτερου γένους του συλληφθείς
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος μετοχής[επεξεργασία]
συλληφθέν
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, ουδέτερου γένους του συλληφθείς