συμβολίζομαι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: συμβολοποιούμαι

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /siɱ.voˈli.zo.me/
τυπογραφικός συλλαβισμός: συμ‐βο‐λί‐ζο‐μαι

Ρήμα[επεξεργασία]

συμβολίζομαι, π.αόρ.: συμβολίστηκα, μτχ.π.π.: συμβολισμένος, (ενεργ.: συμβολίζω)