συναθροισμένος
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Μετοχή
1.1.1
Αντώνυμα
1.1.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
[
επεξεργασία
]
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
συναθροισμέν
ος
η
συναθροισμέν
η
το
συναθροισμέν
ο
γενική
του
συναθροισμέν
ου
της
συναθροισμέν
ης
του
συναθροισμέν
ου
αιτιατική
τον
συναθροισμέν
ο
τη
συναθροισμέν
η
το
συναθροισμέν
ο
κλητική
συναθροισμέν
ε
συναθροισμέν
η
συναθροισμέν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
συναθροισμέν
οι
οι
συναθροισμέν
ες
τα
συναθροισμέν
α
γενική
των
συναθροισμέν
ων
των
συναθροισμέν
ων
των
συναθροισμέν
ων
αιτιατική
τους
συναθροισμέν
ους
τις
συναθροισμέν
ες
τα
συναθροισμέν
α
κλητική
συναθροισμέν
οι
συναθροισμέν
ες
συναθροισμέν
α
Κατηγορία
όπως «
αγαπημένος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Μετοχή
[
επεξεργασία
]
συναθροισμένος, -η, -ο
μετοχή
παθητικού
παρακειμένου
συναθροίζω
Αντώνυμα
[
επεξεργασία
]
ασυνάθροιστος
Μεταφράσεις
[
επεξεργασία
]
συναθροισμένος
αγγλικά
:
gathered
(en)
,
collected
(en)
Κατηγορίες
:
Μετοχές που κλίνονται όπως το 'αγαπημένος' (νέα ελληνικά)
Νέα ελληνικά
Μετοχές (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Μετοχές παθητικού παρακειμένου (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Ελληνικά
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Αναζήτηση
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
Δημιουργήστε!
Ζητήστε!
Βικιδημία - Talk
Σελίδες συζήτησης
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Βοήθεια
Πρότυπα
Δωρεές
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Λάβετε συντομευμένη διεύθυνση URL
Λήψη κωδικού QR
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Σε άλλα εγχειρήματα
Άλλες γλώσσες