Μετάβαση στο περιεχόμενο

συνδιάλεξις

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
συνδιάλεξις (μαρτυρείται από το 1856) [1] <  και δείτε τη λέξη συνδιάλεξη

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

συνδιάλεξις, -εως θηλυκό

Αναφορές

[επεξεργασία]
  1. συνδιάλεξις, σελ.955, Τόμος Β΄ - Κουμανούδης, Στέφανος Αθ. (1900) Συναγωγή νέων λέξεων υπό των λογίων πλασθεισών από της Αλώσεως μέχρι των καθ’ ημάς χρόνων. Τόμοι: 2 (Εισαγωγή,@anemi). Εν Αθήναις: Τύποις Π. Δ. Σακελλαρίου