συνδιαμορφωτής

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο συνδιαμορφωτής οι συνδιαμορφωτές
      γενική του συνδιαμορφωτή των συνδιαμορφωτών
    αιτιατική τον συνδιαμορφωτή τους συνδιαμορφωτές
     κλητική συνδιαμορφωτή συνδιαμορφωτές
Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

συνδιαμορφωτής < συν- + διαμορφωτής

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /sin.ði.a.moɾ.foˈtis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: συν‐δι‐α‐μορ‐φω‐τής

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

συνδιαμορφωτής αρσενικό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]

  • Δελτίο Επιστημονικής Ορολογίας και Νεολογισμών. Ακαδημία Αθηνών. Τεύχος 11, έτος 2012, ISSN: 1106‑8027. Διαθέσιμο pdf στο repository.academyofathens.gr