συνενωτικός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: συναινετικός

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο συνενωτικός η συνενωτική το συνενωτικό
      γενική του συνενωτικού της συνενωτικής του συνενωτικού
    αιτιατική τον συνενωτικό τη συνενωτική το συνενωτικό
     κλητική συνενωτικέ συνενωτική συνενωτικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι συνενωτικοί οι συνενωτικές τα συνενωτικά
      γενική των συνενωτικών των συνενωτικών των συνενωτικών
    αιτιατική τους συνενωτικούς τις συνενωτικές τα συνενωτικά
     κλητική συνενωτικοί συνενωτικές συνενωτικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

συνενωτικός < συνενώνω + -τικός

Επίθετο[επεξεργασία]

συνενωτικός

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]