συνεπίπεδος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- συνεπίπεδος < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο[επεξεργασία]
συνεπίπεδος
- (γεωμετρία) που βρίσκεται στο ίδιο επίπεδο.
- παράλληλες ονομάζονται οι ευθείες οι οποίες είναι συνεπίπεδες και δεν έχουν κοινό σημείο
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
συνεπίπεδος