Μετάβαση στο περιεχόμενο

συντομογραφικά

Από Βικιλεξικό

Νέα ελληνικά (el)

[επεξεργασία]

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
συντομογραφικά < συντομογραφικός +

Επίρρημα

[επεξεργασία]

συντομογραφικά

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος επιθέτου

[επεξεργασία]

συντομογραφικά