συν τω χρόνω
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- συν τω χρόνω < σύν τῷ χρόνῳ (δοτική ενικού του χρόνος) → δείτε τις λέξεις συν και χρόνος • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Έκφραση[επεξεργασία]
συν τω χρόνω
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
συν τω χρόνω
|