σύγκλητος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- σύγκλητος < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική σύγκλητος (επίθετο, εννοείται βουλή: μετά από πρόσκληση) < συγκαλέω / συγκαλῶ < σύν (σύγ-) + καλέω / καλῶ
- για τη σύγκλητο πανεπιστημίων < σημασιολογικό δάνειο από τη γερμανική Senat
- για τη ρωμαϊκή σύγκλητο < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή σύγκλητος, σημασιολογικό δάνειο από τη λατινική senatus [1]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ˈsiŋ.ɡli.tos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : σύ‐γκλη‐τος
- παλιότερος συλλαβισμός : σύγ‐κλη‐τος
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
σύγκλητος θηλυκό
- (εκπαίδευση) το ανώτερο διοικητικό όργανο ενός πανεπιστημίου
- (ιστορία, πολιτική) πολιτικός θεσμός της αρχαίας Ρώμης
[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
-
σύγκλητος στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
[επεξεργασία]
- ↑ σύγκλητος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής. (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη. Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
Πηγές[επεξεργασία]
- σύγκλητος - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- σύγκλητος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Λόγια διαχρονικά δάνεια από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα σύγ- (νέα ελληνικά)
- Σημασιολογικά δάνεια από τα γερμανικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα γερμανικά (νέα ελληνικά)
- Λόγια διαχρονικά δάνεια από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Σημασιολογικά δάνεια από τα λατινικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα λατινικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Εκπαίδευση (νέα ελληνικά)
- Ιστορία (νέα ελληνικά)
- Πολιτική (νέα ελληνικά)
- Επίθετα με κλίση όπως το 'δύσκολος' (αρχαία ελληνικά)
- Επίθετα 2ης κλίσης (αρχαία ελληνικά)
- Επίθετα που κλίνονται όπως το 'δύσκολος' (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις προπαροξύτονες (αρχαία ελληνικά)
- Επίθετα προπαροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Ζητούμενα λήμματα (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)