ταινία μικρού μήκους
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | ταινία μικρού μήκους | οι | ταινίες μικρού μήκους |
γενική | της | ταινίας μικρού μήκους | των | ταινιών μικρού μήκους |
αιτιατική | την | ταινία μικρού μήκους | τις | ταινίες μικρού μήκους |
κλητική | ταινία μικρού μήκους | ταινίες μικρού μήκους | ||
Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ταινία μικρού μήκους < → δείτε τις λέξεις ταινία, μικρός και μήκος • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά[επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
ταινία μικρού μήκους θηλυκό
- (κινηματογράφος) κινηματογραφικό έργο σύντομης χρονικής διάρκειας, ανεξαρτήτως περιεχομένου ή είδους
- ※ Εντύπωση έχει προκαλέσει στο Διαδίκτυο μία ταινία μικρού μήκους που έφτιαξαν φοιτητές του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, οι οποίοι προσεγγίζουν με καλλιτεχνική ματιά το πρόβλημα του εθισμού στον τζόγο και των παρενεργειών του.
- Ταινία μικρού μήκους από φοιτητές του ΟΠΑ για τον εθισμό στα τυχερά παιχνίδια, Το Βήμα, 13 Ιανουαρίου 2015
- ※ Εντύπωση έχει προκαλέσει στο Διαδίκτυο μία ταινία μικρού μήκους που έφτιαξαν φοιτητές του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, οι οποίοι προσεγγίζουν με καλλιτεχνική ματιά το πρόβλημα του εθισμού στον τζόγο και των παρενεργειών του.
Συγγενικά[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ταινία μικρού μήκους
|
Πηγές[επεξεργασία]
- ταινία - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σοφία' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Πολυλεκτικοί όροι με ένα κλιτό (νέα ελληνικά)
- Κλίση θηλυκών πολυλεκτικών όρων με ένα κλιτό (νέα ελληνικά)
- Επέκταση ετυμολογίας (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Πολυλεκτικοί όροι (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Κινηματογράφος (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα τύπου (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)