ταξίμετρον

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ταξίμετρον, -ου ουδέτερο

Πηγές[επεξεργασία]