ταχυμετρικός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ταχυμετρικός η ταχυμετρική το ταχυμετρικό
      γενική του ταχυμετρικού της ταχυμετρικής του ταχυμετρικού
    αιτιατική τον ταχυμετρικό την ταχυμετρική το ταχυμετρικό
     κλητική ταχυμετρικέ ταχυμετρική ταχυμετρικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ταχυμετρικοί οι ταχυμετρικές τα ταχυμετρικά
      γενική των ταχυμετρικών των ταχυμετρικών των ταχυμετρικών
    αιτιατική τους ταχυμετρικούς τις ταχυμετρικές τα ταχυμετρικά
     κλητική ταχυμετρικοί ταχυμετρικές ταχυμετρικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ταχυμετρικός < λείπει η ετυμολογία

Επίθετο[επεξεργασία]

ταχυμετρικός

Μεταφράσεις[επεξεργασία]